ΝΟΜΙΚΕΣ ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ ή ΟΛΙΣΘΗΣΗ ΣΤΗΝ ΕΜΠΟΡΙΚΗ ΙΔΙΟΤΗΤΑ

Είναι γνωστό ότι η προσπάθεια της πολιτείας ήταν να προσπαθεί πάντα να εξεύρει τρόπους για να μπορέσει να ελέγξει φορολογικά τις υπηρεσίες των Δικηγόρων. Πολλές φορές θεσμοθέτησε όρια επί των αμοιβών για να μπορέσει να προσδιορίσει ένα ελάχιστο φορολογητέο εισόδημα και άλλες φορές προσπάθησε να ορίσει αντικειμενικά δεδομένα για τον «πλούτο» τη δικηγορικής ύλης, ώστε να μπορέσει να εξασφαλίσει στο κράτος τα προσδοκώμενα οφέλη και έτσι να συμβάλλουν και οι Δικηγόροι στα φορολογικά βάρη, που πάντα συνέβαλαν παρά του αντιθέτου κραυγές.
Άλλες φορές το προσπάθησε και το πέτυχε, άλλες φορές όμως υπέπεσε σε τραγικά σφάλματα και οδηγήθηκε σε απαράδεκτες και αντισυνταγματικές πρακτικές, εξουθενώνοντας την κοινωνία και τους ίδιους τους δικηγόρους από μία εμμονή που θα έπρεπε να έχει απλές λύσεις και όχι κυνήγι μαγισσών. Όμως παρόλα αυτά δεν είναι αντικείμενο του παρόντος κειμένου να τονίσω το πλήθος των οικονομικών αδιεξόδων που μας οδήγησαν οι κυβερνώντες τα τελευταία έτη. Σκοπός μου είναι να αναδείξω ένα πρόβλημα που κατά τη γνώμη μου πρέπει να τεθεί στη σωστή του βάση. Είναι οι δικηγορικές υπηρεσίες εμπορική συναλλαγή;
Πολλοί εξ ημών θα προσπαθούσαμε να βρούμε πλήρη επιστημονική τεκμηρίωση για να δικαιολογήσουμε για ποιο λόγο δεν είμαστε έμποροι. Άλλοι όμως, μεταξύ αυτών και εγώ, θα προσπαθήσω να καταδείξω μία άλλη οπτική. Είναι η δικηγορική πράξη εμπορική πράξη; Η απάντηση είναι όχι.
Πρώτα από όλα δεν στηρίζεται στη ποσοτικοποίηση ενός αποτελέσματος. Κάθε πράξη μας έχει τα ιδιαίτερα εκείνα χαρακτηριστικά τα οποία την διαφοροποιούν από Εντολέα σε Εντολέα. Τα νομικά είναι ίδια πλην όμως δεν είναι έχουν την ίδια μορφή, δεν είναι ούτε μαναβική ούτε είδος καταναλωτικής ανάγκης. Η όψη του καθενός από εμάς είναι η προσδοκώμενη λύση για τον άλλον
Δεύτερον δεν υπάρχει αντικειμενικός κατ’ απόλυτη κρίση έλεγχος της ποιότητας του αποτελέσματος. Δεν υπάρχουν στοιχεία, πλην της εφαρμογής ή όχι του νόμου, που να αξιολογήσουν την μία νομική λύση με μία άλλη και έτσι να θεωρήσουμε ότι αυτή η νομική λύση ταιριάζει απόλυτα σε αυτό το πλήθος των προβλημάτων.
Τρίτον δεν είναι η νομική πράξη κάλυψη μιας βιοτικής ανάγκης αλλά ρύθμιση μίας σχέσης είτε αφορά τον έτερο συμπολίτη μιας κοινωνίας είτε τις σχέσεις με το κράτος. Στην νομική πράξη η υπαγωγή στον κανόνα δικαίου αποτελεί σύνθετη πράξη με πολλούς παραμέτρους που εξατομικεύεται στον καθένα ξεχωριστά, βγάζοντας ένα διαφορετικό για καθέναν αποτέλεσμα.
Έχουν τα ανωτέρω σημασία για την αξιολόγηση των περαιτέρω συνεπειών; Φυσικά. Οι νομικές υπηρεσίες αναφέρονται σε πολίτες και συνεπώς αυτοί συνδιαμορφώνουν τη λύση, έχοντας την απόλυτη ευθύνη για την παροχή των πληροφοριών που δίδουν στον νομικό τους παραστάτη και στηρίζονται σε σχέση εμπιστοσύνης. Αυτό δεν μπορεί να συμβεί στην κατανάλωση ενός προϊόντος διότι εκεί την έχει την ευθύνη ο παραγωγός αυτού. Συνεπώς ο ίδιος ο νομοθέτης νοιώθει την ανάγκη να προστατέψει περισσότερο τον καταναλωτή και να καταστήσει περισσότερο υπεύθυνο τον πολίτη και δέκτη των νομικών υπηρεσιών.
Για αυτό το λόγο θεωρεί ότι η προστασία του καταναλωτή πρέπει να προέρχεται μέσω του νόμου περί προστασίας των καταναλωτών και του πολίτη μέσω της αγωγής κακοδικίας. Στην μεν πρώτη περίπτωση η αξίωση του καταναλωτή παραγράφεται στην πενταετία και στην δεύτερη η αξίωση του εντολέα αποσβήνεται στους έξι μήνες.
Αυτή η διάκριση της δικηγορικής πράξης από την εμπορική ιδιότητα δεν έχει καμία σχέση με την, προτεινόμενη από πλευράς μας, επανεξέταση των ασυμβιβάστων με τη δικηγορική ιδιότητα, καθότι δεν πρέπει σε καμιά περίπτωση η οικονομική ελευθερία του Δικηγόρου να περιορίζεται από ασυμβίβαστα τα οποία σε άλλες εποχές θεσπίστηκαν για την ολοκληρωτική διάκριση του Δικηγόρου από την κοινωνία ως συλλειτουργού της Δικαιοσύνης. Κανένας δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι υποβαθμίζεται ως συλλειτουργός της Δικαιοσύνης αν πχ. διεκδικεί να έχει στο όνομά του την εκμετάλλευση των αγρών που κληρονόμησε. Αντιθέτως ξευτιλίζεται η έννοια του νομομαθή Δικηγόρου αν προσπαθεί να ασκεί δραστηριότητα με παρένθετα πρόσωπα.
Τα τελευταία χρόνια θεωρώ ότι απωλέσαμε την έννοια της δικηγορικής πράξεως, δεν σεβαστήκαμε τον ίδιο μας τον εαυτό και χάσαμε τα στοιχεία εκείνα που μας αναβαθμίζουν, διαφοροποιώντας μας από την υπόλοιπη οικονομική δραστηριότητα. Δεν πείσαμε την κοινωνία για το ρόλο μας και χάσαμε πολύτιμο χρόνο σε απέραντη υπεράσπιση συντεχνιακών κεκτημένων, αγνοώντας ότι και εμείς είμαστε μέσα στο πρόβλημα και το βιώνουμε καθημερινά μαζί με τους πολίτες. Η πολιτεία οφείλει να πράττει βάσει των νόμων και του Συντάγματος. Όμως και όλοι εμείς θα πρέπει να τονίζουμε ότι δεν είμαστε η  αντίδραση στο τίποτα αλλά η λύση στο πρόβλημα, αρκεί και οι ίδιοι να πιστέψουμε ότι δεν μπορεί να ΥΠΟΒΑΘΜΙΖΟΥΜΕ την εργασία μας για χάρη μιας πολιτείας που μας θέλει ΕΜΠΟΡΟΥΣ, για να μπορεί να μας ελέγχει και να κατευθύνει τη δράση μας όπου θέλει αυτή.

Στις επικείμενες εκλογές ήρθε η ώρα να γυρίσουμε σελίδα και να αναδείξουμε την αξία μας και πάλι ως Δικηγόροι, ήτοι συνδιαμορφωτές της ομαλότητας και της οργανωμένης κοινωνίας. Οφείλουμε να αναβαθμίσουμε τη θέση μας στην κοινωνία και να τονίσουμε την αξία μας. Είναι στο χέρι μας να μην μείνουμε στο χρονοντούλαπο της ιστορίας ως μόνοι θιασώτες των κεκτημένων και να διεκδικήσουμε τη θέση που μας αναλογεί, ως παράγοντες λειτουργίας της οργανωμένης πολιτείας.

Γεώργιος Κατσαμπέρης
Υπ. Σύμβουλος ΔΣΑ

«ΠΥΞΙΔΑ-Εκλογικός Συνδυασμός για το ΔΣ ΔΣΑ»


Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

ΠΥΞΙΔΑ - ΤΡΙΤΗ ΔΥΝΑΜΗ!!!

Προτάσεις Καθημερινότητας για Ποινικά Δικαστήρια

ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΒΕΛΤΙΩΣΗ ΤΟΥ ΘΕΣΜΟΥ ΤΗΣ ΝΟΜΙΚΗΣ ΒΟΗΘΕΙΑΣ